Βασίλης Βαμβακάς: «Το πολιτισμικό χάος είναι μια πρωτόγνωρη εμπειρία πλανητικών διαστάσεων και οι απειλές που γεννά είναι επίσης καινοφανείς» 3 Απριλίου, 2024 – Κατηγορία: Books – Ετικέτες: , , , , , ,

Ο αν. καθηγητής Κοινωνιολογίας της Επικοινωνίας στο τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ στο ΑΠΘ, Βασίλης Βαμβακάς, μιλά με αφορμή το βιβλίο του «Εκκρεμές» (εκδ. Archive) για την ταλάντευση της χώρας ανάμεσα σε διαφορετικές τάσεις και ροπές, αλλά δεν θεωρεί ότι υπάρχει κάποια «ελληνική ιδιαιτερότητα». Και οι αντιφάσεις; «Στο ελληνικό πολιτικό σύστημα υπάρχει μια ελαστικότητα που σε ορισμένες περιπτώσεις αποδεικνύεται σωτήρια», σημειώνει. Για να καταλήξει: «Φαντάζεστε να μην είχε κάνει την κωλοτούμπα ο κ.Τσίπρας τι θα είχε γίνει;»

Συνέντευξη στον Κ.Β. Κατσουλάρη

Αναζητώντας τον πυρήνα του βιβλίου σας, θα ξεκινούσα από τον τίτλο. Κάτι που εκκρεμεί, που δεν έχει γίνει ακόμη, μια εκκρεμότητα; Ή μια χώρα που πηγαίνει από τον ένα άκρο στο άλλο, που μετεωρίζεται, ακολουθώντας την κίνηση ενός ιστορικού εκκρεμούς; Ή κάτι άλλο;

Άτομα, ομάδες, κοινωνικές ταυτότητες που μετεωρίζονται μεταξύ πολλών και διαφορετικών τάσεων μέσα σε σχετικά μικρό χρονικό διάστημα. Η ελληνική κοινωνία και οι υποκειμενικότητες που υπάρχουν σε αυτή δεν υπολείπονται σε ρευστότητα που συχνά οδηγεί στην ταλάντωση μεταξύ ακραίων καταστάσεων και επιλογών. Ίσως η μοναδική διαφορά είναι η ταχύτητα της ταλάντωσης όπου στην ελληνική περίπτωση γίνεται πιο γρήγορα και απότομα.

«Η παγκοσμιοποίηση έχει φέρει μια διάχυτη ανασφάλεια, γι’ αυτό άλλωστε και σχεδόν κανείς δεν την υποστηρίζει πια πολιτικά με ιδιαίτερη ζέση».

Η έννοια της κρίσης έχει πάρει, θα έλεγε κανείς, μια σχεδόν μεταφυσική χροιά στην εποχή μας. Γιατί την έχουμε τόσο πολύ ανάγκη για να περιγράψει αυτό που ζούμε; Θέλω να πω, και τα χρόνια πριν από το 2000, ζούσαμε κοσμογονίες, όπως για παράδειγμα το ντόμινο της πτώσης των κομμουνιστικών καθεστώτων. Τι έχει αλλάξει;

Από την αρχή του 21ου αιώνα και ύστερα -η 11η Σεπτεμβρίου είναι κομβικότατο γεγονός- ο δυτικός κόσμος βιώνει αλλεπάλληλες κρίσεις που δεν τον διαφοροποιούν αισθητά από τις άλλες κοινωνίες ως προς το αίσθημα του κινδύνου. Η παγκοσμιοποίηση έχει φέρει μια διάχυτη ανασφάλεια, γι’ αυτό άλλωστε και σχεδόν κανείς δεν την υποστηρίζει πια πολιτικά με ιδιαίτερη ζέση. Ειδικότερα η πανδημία έδειξε ότι οι γνωστές διαιρέσεις αναπτυγμένων και μη χωρών δεν είναι πάντα αρκετές για να καταλάβουμε και να αντιμετωπίσουμε τους κινδύνους. Το πολιτισμικό χάος είναι μια πρωτόγνωρη εμπειρία πλανητικών διαστάσεων και οι απειλές που γεννά είναι επίσης καινοφανείς. Όσο και αν θέλουμε να τις αναγάγουμε στο παρελθόν, όσο και αν μας καθησυχάζει η σκέψη ότι κάτι τέτοιο το έχουμε ξαναπεράσει, έχουν συμβεί τεράστιες αλλαγές που ακόμη δεν έχουμε καταλάβει πλήρως και έρχονται και άλλες που θα βάλουν ακόμη πιο σύνθετες παραμέτρους (βλ. ΑΙ).

Στον λεγόμενο πολιτισμικό δυισμό της Ελλάδας, ανάμεσα στην παράδοση και τον εκσυγχρονισμό, ορισμένοι διανοητές κλίνουν προς την άποψη ότι στο τέλος, υπογείως, κερδίζει η παράδοση, ενώ άλλοι, ότι τελικά και η Ελλάδα είναι μια χώρα που προοδεύει μέσα στη νεωτερικότητα, με τις όποιες δυσκολίες. Ποια είναι η δική σας θέση;

Ο δυϊσμός αυτός είναι παραγωγικός μόνο αν αρχίσουμε να βλέπουμε τα αποτελέσματα της διαλεκτικής σύνθεσης και όχι της καταστατικής του αντιπαράθεσης. Άλλωστε και η ελληνική κοινωνία διακατέχεται από σημαντικά στοιχεία της μετανεωτερικής κατάστασης (κατακερματισμός ταυτοτήτων, καταναλωτισμός, σύγκλιση ιδιωτικής και δημόσιας σφαίρας, συνωμοσιολογία κ.α.) που κάθε άλλο παρά προεξοφλούν μια παραδοσιακή ή μετανεωτερική προτίμηση. Τα μείγματα που προκύπτουν μεταξύ προ, μετά και νεωτερικών στοιχείων δεν είναι ποτέ προδικασμένα και σίγουρα δεν έχουν ένα μόνο νικητή.

«Δεν υπάρχει ελληνική ιδιαιτερότητα, αποδείχθηκε περίτρανα μετά την ελληνική οικονομική κρίση στη Βρετανία (Brexit), τις ΗΠΑ (κατάληψη Καπιτωλίου) σε πολλές χώρες της Ευρώπης και μάλλον έπεται συνέχεια».

Δυνάμεις που υπηρέτησαν στον ριζοσπαστισμό και τον αντισημιτισμό, τελικά, λέτε, υπηρέτησαν κυρίως τον πολιτικό αναχρονισμό. Γιατί συμβαίνει αυτό; Είναι νομοτέλεια, ή ελληνική ιδιαιτερότητα;

Δεν υπάρχει ελληνική ιδιαιτερότητα, αποδείχθηκε περίτρανα μετά την ελληνική οικονομική κρίση στη Βρετανία (Brexit), τις ΗΠΑ (κατάληψη Καπιτωλίου) σε πολλές χώρες της Ευρώπης και μάλλον έπεται συνέχεια. Υπήρξε μια πολύ ισχυρή τάση την προηγούμενη δεκαετία πολιτικού αναχρονισμού που επανάφερε την πολιτική βία (συμβολική και πραγματική). Η ρητορική μίσους απέναντι στους αντιπάλους έγινε της μόδας και δεν γινόταν αντιληπτή ως τέτοια, πολλές φορές γιατί έμπαινε στις νέες τεχνολογίες, ταύτιζε την προσβολή με την αλήθεια ή μεταμφιεζόταν με εναλλακτικά ρούχα. Σε αυτό υπήρξαμε θλιβερή πρωτοπορία αλλά όχι μοναδικοί. Μας ακολούθησαν κι άλλοι οι οποίοι ίσως βγουν πολύ αργότερα από την πολιτική σκοτοδίνη (βλ επιστροφή τραμπισμού) γιατί το δικό τους εκκρεμές κινείται με πιο αργούς ρυθμούς.

Μα και συνολικά το ελληνικό πολιτικό σύστημα, τα παραδείγματα πολλά, χαρακτηρίζεται από ένα ιδιόρρυθμο μετεωρισμό και αντιφάσεις. Ο αντιμνημονιακός Σαμαράς έγινε ένθερμος ζηλωτής των μνημονιακών μεταρρυθμίσεων, ο άνθρωπος που έφερε τα μνημόνια, ο Γιώργος Παπανδρέου, φλέρταρε στη συνέχεια με αντιμνημονιακές δυνάμεις, ο Κώστας Καραμανλής, δια αντιπροσώπων πάντα, έδειχνε μια εκ πρώτοις ακατανόητη συμπάθεια προς τον αντισυστημικό Σύριζα, ενώ ο Αλέξης Τσίπρας με τις οβιδιακές αλλαγές του έφερε τον όρο «κωλοτούμπα» στο ευρωπαϊκό πολιτικό λεξιλόγιο. Πώς μπορεί να υπάρξει εμπιστοσύνη προς το ελληνικό πολιτικό σύστημα και τους πολιτικούς – αν η εμπιστοσύνη είναι ένα ζητούμενο;

Οι αντιφάσεις πράγματι γεννούν εύλογα έλλειψη πολιτικής εμπιστοσύνης. Από την άλλη μεριά αυτή η εύκολη αλλαγή θέσεων ίσως να είναι και μια ένδειξη ότι υπάρχει μια ελαστικότητα που σε ορισμένες περιπτώσεις αποδεικνύεται σωτήρια, ενώ σε άλλες κωμικοτραγική. Φαντάζεστε να μην είχε κάνει την κωλοτούμπα ο κ. Τσίπρας τι θα είχε γίνει; Προφανώς και αυτό στοίχισε στον ίδιο, στο κόμμα του (με χρονοκαθυστέρηση) και στο πολιτικό σύστημα ευρύτερα (βλ.αύξηση αποχής), αλλά την ίδια στιγμή η κοινωνία βγήκε από μια πολύχρονη παλινδρόμηση μεταξύ φόβου και φλερτ με την μεγάλη καταστροφή. Και έστω με δυσκολίες και παλινωδίες βαδίζει πια και πάλι το δύσκολο δρόμο της ευρωπαϊκής «κανονικότητας».

«Φαντάζεστε να μην είχε κάνει την κωλοτούμπα ο κ.Τσίπρας τι θα είχε γίνει; Προφανώς και αυτό στοίχισε στον ίδιο, στο κόμμα του (με χρονοκαθυστέρηση) και στο πολιτικό σύστημα ευρύτερα».

Στο βιβλίο σας αναφέρεστε σε πολλά πολιτισμικά φαινόμενα, αλλά και φαινόμενα της ποπ ή λαϊκής κουλτούρας. Από την τραπ μουσική, μέχρι τις σειρές, τις χιουμοριστικές εκπομπές στην τηλεόραση, και πολλά άλλα φαινόμενα. Αυτή η ανάγκη να δει κανείς τόσο χαμηλά, στα φαινόμενα, ποια κοινωνιολογική ματιά εξυπηρετεί;

Το δημοφιλές είναι ένας αξιόπιστος δείκτης κοινωνικών, πολιτισμικών και πολιτικών τάσεων. Η εγχώρια κοινωνιολογία συνηθίζει να αγνοεί το δημοφιλές, να το θεωρεί ευτελές, ευκαιριακό, αγοραίο, ανόητο. Προτιμά να μελετά μόνο το εναλλακτικό, το περιθωριακό, το μερικό. Οι αμφισημίες του δημοφιλούς στην «κοινωνία του θεάματος», καθρεφτίζουν με ευκρινή τρόπο το που βρίσκεται και που πάει το ιδεολογικό και αξιακό εκκρεμές της. Αν δεν μελετήσουμε την κοινότυπη κουλτούρα, εκεί που συναντιόνται και ενίοτε συγκρούονται οι πολλοί, δεν μπορούμε να κάνουμε κοινωνική επιστήμη με δημοκρατικό πρόσημο, θα κάνουμε κοινωνική επιστήμη για τους λίγους, αυτούς που κάθε φορά θέλουμε απλά θέλουμε να δαιμονοποιήσουμε ή να εξιδανικεύσουμε.

Σε συνέχεια της προηγούμενης ερώτησης: Με τόσο κατακερματισμό στα πολιτικά και πολιτισμικά φαινόμενα, μήπως οι σύγχρονες κοινωνίες έχουν γίνει τόσο περίπλοκες και αντιφατικές, που καθίστανται αδιαφανείς; Ένα κείμενο δυσνόητο και χωρίς ειρμό, δηλαδή, τόσο για τους απλούς πολίτες, που αναζητούν απάντηση σε θεωρίες συνωμοσίας, έως και σε εσάς τους κοινωνικούς επιστήμονες; Πώς απαντάτε εσείς ως κοινωνικός επιστήμονας σε αυτό το πρόβλημα, αν το έχω περιγράψει σωστά;

Πράγματι γίνεται όλο και πιο δύσκολο να εξηγήσουμε τα σύγχρονα κοινωνικά φαινόμενα. Αυτό δεν οφείλεται όμως μόνο σε αυτά και στην πολυπλοκότητά τους. Οφείλεται και στο γεγονός ότι οι κοινωνικοί επιστήμονες, όσοι τουλάχιστον δεν είναι στρατευμένοι σε κάποια ιδέα, παράταξη ή κουλτούρα, δεν έχουν προδικασμένα σχήματα ερμηνείας και κατανόησης του κόσμου. Είναι έτοιμοι να αναθεωρήσουν σχήματα και διαπιστώσεις που δεν είναι πια επαρκή και που στο παρελθόν φάνταζαν «ευαγγέλια». Υπάρχουν πάντα βέβαια και εκείνοι που για να χωρέσουν στις θεωρίες τους τον κόσμο τον απλοποιούν. Νομίζω όμως ότι τους ξεπερνά σιγά-σιγά η ίδια πραγματικότητα που, ευτυχώς θα έλεγα, ποτέ δεν είναι μονοσήμαντη.

Ο Βασίλης Βαμβακάς είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Κοινωνιολογίας της Επικοινωνίας στο τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Τα ερευνητικά ενδιαφέροντα και οι δημοσιεύσεις του αφορούν στην κοινωνιολογία της επικοινωνίας, με έμφαση στη δημοφιλή κουλτούρα και στη σχέση ιδεολογίας και μέσων επικοινωνίας. Βιβλία που έχει συγγράψει και επιμεληθεί είναι: Εκλογές και επικοινωνία στη Μεταπολίτευση. Πολιτικότητα και Θέαμα (Σαββάλας, Αθήνα, 2006), Η Ελλάδα στη δεκαετία του ’80. Κοινωνικό, πολιτικό και πολιτισμικό λεξικό (Επίκεντρο, 2015 Θεσσαλονίκη, συνεπιμέλεια με Παναγή Παναγιωτόπουλο), Ο Λόγος της κρίσης. Πόλωση, βία, αναστοχασμός στην πολιτική και δημοφιλή κουλτούρα (Επίκεντρο, 2015), Αμερικανικές σειρές στην ελληνική τηλεόραση. Δημοφιλής κουλτούρα και ψυχοκοινωνική δυναμική (Παπαζήσης, Αθήνα, 2017, συνεπιμέλεια με Αγγελική Γαζή), 50 χρόνια ελληνική τηλεόραση (Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη, 2018, συνεπιμέλεια με Γρηγόρη Πασχαλίδη), 70 χρόνια έντυπη ελληνική διαφήμιση: Καταναλωτική κουλτούρα καταναλωτικά πρότυπα, στρατηγικές επικοινωνίας (Επίκεντρο Θεσσαλονίκη, 2021, συνεπιμέλεια με Κλειώ Κεντερελίδου).

Πηγή: bookpress
https://bookpress.gr/sinenteuxeis/ellines/19680-vasilis-vamvakas-sto-elliniko-politiko-systima-yparxei-mia-elastikotita-pou-se-orismenes-periptoseis-apodeiknyetai-sotiria